Illustration

Όταν οι αναμνήσεις μπλοκάρουν το τώρα - Η φυλακή του "καλού παιδιού"

Η ανάμνηση είναι χρήσιμη – στα αλήθεια μερικές φορές. Όχι όμως όταν στηρίζω την ζωή μου πάνω της. Όχι όταν εξαρτώμαι από αυτήν. Όχι όταν λέω «εμένα έτσι μου τα μάθανε…», «Μια ζωή έτσι κάνω…», «Εμείς στο σπίτι μου πάντα έτσι κάναμε…» H. Bucay Γράμματα στην Κλαούντια
Η μνήμη είναι σημαντικό στοιχείο της ύπαρξης μας. Χάριν σε αυτή μπορούμε μεταξύ άλλων να αποκτήσουμε γνώση και να προστατευτούμε από κινδύνους. Παραδείγματος χάριν αν κάποιος έχει καεί στο παρελθόν στο μάτι της κουζίνας γνωρίζει πια, ότι αν το ακουμπήσει ξανά θα καεί. Αυτή η ανάμνηση λοιπόν λειτουργεί προστατευτικά για να αποφύγουμε παρόμοιες καταστάσεις στο μέλλον. Τι γίνεται όμως όταν η μνήμη μας μάς έχει προστατέψει από το να μην μας απορρίψουν ολοκληρωτικά, αν επιλέξουμε μία μη αποδεκτή συμπεριφορά;
Όταν λέμε σε ένα παιδί ότι το αγαπάμε, επειδή είναι καλό παιδί, όταν δηλαδή δείχνει την αναμενόμενη συμπεριφορά με βάση τις απαιτήσεις μας, τότε αυτό που του λέμε στην ουσία είναι ότι το αγαπάμε υπό όρους. Αυτό που μένει λοιπόν στην μνήμη του είναι ότι το αποδεχόμαστε μόνο όταν είναι όπως εμείς απαιτούμε ή περιμένουμε να είναι. Συχνά λοιπόν τα παιδιά ακούνε ότι τα αγαπάνε αν είναι καλά παιδιά. Το καλό παιδί είναι αυτό που δεν θυμώνει, δεν κάνει φασαρία, δεν ενοχλεί, δεν λερώνει, δεν στενοχωρεί τους άλλους. Με λίγα λόγια το καλό παιδί είναι αυτό που δεν τους ξεβολεύει με την συμπεριφορά του. Μιλώντας στα παιδιά περιγράφοντας ολόκληρη της ύπαρξη τους αντί για την συμπεριφορά τους, μένει στην μνήμη τους το ότι θα τους αποδέχονται μόνο όταν είναι τα καλά παιδιά.
Μεγαλώνοντας λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί εγκλωβίζονται στον ρόλο του καλού παιδιού, του βολικού παιδιού. Νομίζουν πως αν θυμώσουν, αν πουν την αλήθεια, αν συγκρουστούν θα «λερώσουν» την εικόνα του καλού παιδιού, με αποτέλεσμα να χάσουν την αποδοχή και την επιβεβαίωση από το περιβάλλον. Αναζητούν την επιβεβαίωση λοιπόν μέσω μίας μη αυθεντικής συμπεριφοράς.
Ως τα «καλά παιδιά» καταλήγουν να μην λένε ευθέως την άποψη τους, για να μην έρθουν σε σύγκρουση με τους άλλους διατηρώντας μία επιφανειακά ήρεμη σχέση μαζί τους. Επιλέγουν το μονοπάτι της μη αυθεντικότητας, της απόκρυψης της αλήθειας τους ακόμη και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν έχουν μάθει να είναι κάτι άλλο από το καλό παιδί. Η μνήμη τους λέει ότι αν δείξουν τον θυμό τους δεν θα είναι πια τα καλά παιδιά, δεν θα ξέρουν πως να υπάρξουν. Αμφισβητείται η ίδια η ύπαρξη τους, εφόσον δεν τους έχει μάθει κανείς κάποιον άλλο τρόπο να υπάρχουν και να συνδιαλέγονται με το περιβάλλον.
“Και αν δεν είμαι το βολικό παιδί που έχω μάθει να είμαι, τι θα είμαι; Πως θα είμαι;” αναρωτιούνται. Από φόβο μην τους απορρίψουν δεν δοκιμάζουν νέες συμπεριφορές. Προσκολλούνται σε αυτές που κάποτε τους προστάτευαν. Ο φόβος τους κρατάει στο γνώριμο, στο παλιό, το οποίο δεν είναι πια χρήσιμο και λειτουργικό.
Η ανάμνηση είναι χρήσιμη λοιπόν μόνο όταν δεν μας στερεί επιλογές να είμαστε και να πράττουμε με νέους τρόπους, μόνο όταν δεν μένουμε παγιδευμένοι σε αυτό που κάποτε έπρεπε να είμαστε.
Μέσα από την διαδικασία της θεραπείας ερχόμαστε σε επαφή με το χαρακτηριστικό αυτό στο οποίο έχουμε εγκλωβίσει την ύπαρξη μας σκιάζοντας τις υπόλοιπες διαστάσεις της. Συχνά μένουμε προσκολλημένοι στην εικόνα του “καλού παιδιού”, του “αντιδραστικού”, του “ντροπαλού” ανάλογα με αυτό που μας είπαν κάποτε ότι πρέπει να είμαστε. Στην πορεία της θεραπείας, βρίσκουμε νέες επιλογές για το πως να υπάρχουμε. Ανακαλύπτουμε ότι μπορούμε να έχουμε βολικές για τους άλλους συμπεριφορές, μπορούμε όμως και να θυμώνουμε, και να διεκδικούμε χωρίς αυτό να ακυρώνει την ύπαρξη μας.
Μυρτώ Φραγκάτου, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια