Illustration

Πότε πρέπει να μας ανησυχήσει η ντροπή των παιδιών

Είναι σημαντικό να διαφοροποιήσουμε το εγγενές αίσθημα της ντροπής και της συστολής από την αιφνίδια αλλαγή της συμπεριφοράς των παιδιών, που έχουν υποστεί επιθέσεις γελοιοποίησης από το περιβάλλον τους. Η αλήθεια είναι ότι το να γελοιοποιείται κάποιος είναι σκληρό πόσο μάλλον αν αυτός ο κάποιος είναι ένα παιδί.
Ένα παιδί που γελοιοποιείται δεν γνωρίζει πάντα αν πρέπει να αντιδράσει ή πώς να αποφύγει το άτομο που το πειράζει. Αν αντισταθεί μπορεί να δεχτεί μεγαλύτερη επίθεση, ενώ αν την αποδεχτεί επηρεάζεται η αυτοπεποίθησή του.
Αυτή η σύγχυση του δημιουργεί μία αμφιθυμία οδηγώντας το σε ένα αδιέξοδο. Μέσα σε αυτό το μπέρδεμα το παιδί μπορεί να γίνει διστακτικό και ντροπαλό προσπαθώντας να μην τραβήξει την προσοχή. Από την άλλη φράσεις όπως “Έλα τώρα αστειευόμουν” ή “Δεν μπορείς να δεχτείς ένα αστείο;” κατηγορούν τον αποδέκτη της επίθεσης δημιουργώντας του ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση. Η γελοιοποίηση περιλαμβάνει γέλιο με περιφρόνηση. Αυτό μπερδεύει τα παιδιά. Δεν μπορούν να καταλάβουν με την πρώτη ότι γελοιοποιούνται. Ένα παιδί που δεν καταλαβαίνει αμέσως ότι το κοροϊδεύουν θέλει να συμμετάσχει στην διασκέδαση λόγω της βασικής του ανάγκης να ανήκει κάπου. Μόλις όμως καταλάβει ότι ο στόχος είναι το ίδιο, τότε νιώθει ντροπή. Κάποιες φορές φτάνει να κατηγορήσει τον εαυτό του για αυτό που υφίσταται, ενώ νιώθει παράλληλα σε μειονεκτική θέση.
Αν αυτό γίνεται συχνά, τότε τα παιδιά αρχίζουν να αποσύρονται από τις ομαδικές δραστηριότητες από φόβο μην ξανασυμβεί. Από την άλλη κάποια παιδιά μπορεί να διαισθάνονται την ντροπή και το φόβο των άλλων και να συνεχίζουν τη γελοιοποίηση. Ο ρόλος του αποδέκτη είναι ιδιαίτερα οδυνηρός για ένα παιδί και πολύ ακριβό τίμημα για να ανήκει κάπου. Κάποιες φορές η μοναξιά και η απομόνωση μοιάζουν η μόνη λύση.
Είναι χρέος μας αρχικά να δημιουργούμε ένα ασφαλές οικογενειακό πλαίσιο. Υπάρχουν παιδιά που είναι ήδη εξοικειωμένα με τέτοιες συμπεριφορές μέσα από το περιβάλλον της οικογένειας είτε από τις σχέσεις με τους γονείς είτε με τα αδέρφια τους.
Κάποιοι γονείς θεωρούν ότι αν φέρονται κάποιες φορές έτσι στα παιδιά τους μιλώντας τους υποτιμητικά, θα τα κάνουν πιο σκληρά και δυνατά. Αυτό όμως δεν ισχύει. Το μόνο που θα καταφέρουν είναι είτε τα παιδιά τους να μιμηθούν αυτή τη συμπεριφορά προς άλλους είτε να επηρεαστεί σημαντικά η αυτοεκτίμησή τους, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτα σε αντίστοιχες συνθήκες.
Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερο δώρο από το να νιώθει ένα παιδί αποδεκτό από τους γονείς του απαλλαγμένο από το βάρος της τελειότητας. Αυτό ενισχύει την εικόνα του εαυτού βοηθώντας το να διαχειρίζεται πιο αποτελεσματικά περιστατικά bullying.
Οφείλουμε να ακούσουμε τα παιδιά που βιώνουν τέτοιες συνθήκες και να διερευνήσουμε τι συμβαίνει βοηθώντας τα να βρουν τρόπους να χειριστούν την κατάσταση.
Τα παιδιά μπορεί να μην μοιραστούν εύκολα τέτοιες εμπειρίες με τους γονείς τους. Ίσως νιώθουν τόση ντροπή, ώστε να μην θέλουν να παραδεχτούν ότι ήταν αντικείμενο γελοιοποίησης. Ή πάλι μπορεί να νομίζουν ότι οι γονείς δεν μπορούν να τα βοηθήσουν. Και αυτό εν μέρει είναι αλήθεια. Σύμφωνα με μία παλαιότερη έρευνα που έλαβε χώρα το 1991 από τους S. Zeigler και M. Rosenstein-Manner ένα 23% των μαθητών και ένα 71% των δασκάλων ανέφεραν ότι οι δάσκαλοι παρεμβαίνουν συχνά ή σχεδόν πάντα σε τέτοια περιστατικά. Αυτό επισημαίνει ότι οι δάσκαλοι, όπως και οι γονείς, δεν έχουν πάντα την πλήρη εικόνα για τα περιστατικά bullying που συμβαίνουν στα σχολεία.
Πιθανόν οι γονείς δεν μπορούν να επέμβουν στις σχέσεις των παιδιών, γιατί αυτό μπορεί να χειροτερέψει την κατάσταση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν σε συνεργασία με τους δασκάλους να τα βοηθήσουν να το αντιμετωπίσουν, να το ξεπεράσουν και να στραφούν σε φίλους που τα σέβονται και τα αποδέχονται όπως είναι.
Σίγουρα οι γονείς δεν μπορούν να ελέγξουν την συμπεριφορά των άλλων παιδιών, μπορούν όμως να παρατηρούν τη συμπεριφορά του δικού τους παιδιού. Μπορούν να δουν τα σημάδια παρατηρώντας τυχόν αλλαγές στην συμπεριφορά του.
Αν λοιπόν το παιδί σας πει ότι τα άλλα παιδιά το κοροϊδεύουν πάρτε το στα σοβαρά αποφεύγοντας συμβουλές του τύπου “δεν πειράζει” ή “ξέχνα το” ή “δεν το εννοούσαν”, καθώς δεν είναι βοηθητικές. Αντ’ αυτού προτρέψτε το παιδί να μοιραστεί μαζί σας την εμπειρία του προσπαθώντας να συνδεθείτε με αυτή και να μπείτε στη θέση του, ώστε να του συμπαρασταθείτε με ενσυναίσθηση.
Στο σύγχρονο κόσμο των social media, τέτοιες συμπεριφορές απλώνονται στο χώρο και στον χρόνο ακολουθώντας το παιδί ως το σπίτι μη αφήνοντας το να ξεφύγει από αυτό. Επιπλέον το κοινό είναι πολύ μεγαλύτερο από το στενό περιβάλλον της τάξης ή του σχολείου και η αίσθηση της μονιμότητας του περιεχομένου δυσχεραίνει την συνθήκη.
Το cyberbullying μπορεί να εμφανιστεί με διάφορες μορφές όπως είναι κακόβουλα σχόλια, δημοσίευση φωτογραφιών ή βίντεο με στόχο την γελοιοποίηση του θύματος, αποστολή κακόβουλων μηνυμάτων μέσω κινητού ή social media. Για αυτό και είναι καλό η χρήση των social media να αποφεύγεται σε παιδιά δημοτικού ή γυμνασίου, ενώ χρειάζεται να εκπαιδεύσουμε και να ευαισθητοποιήσουμε τα παιδιά ως προς την ορθή και ασφαλή χρήση αυτών των μέσων.
Μυρτώ Φραγκάτου, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια
Πηγές:Children Learn What They Live, Rachel Harris & Dorothy Law NolteThe bully, the bullied and they bystander, Barbara Coloroso