Η φυλακή της υπερπροστασίας
Πολλοί γονείς παρατηρούν ότι έχουν αποκτήσει φόβους που δεν είχαν χρειαστεί να σκεφτούν ποτέ πριν τον ερχομό ενός παιδιού στον κόσμο. Από αγάπη και φόβο βλέπουν κινδύνους παντού. Προσπαθούν να προστατεύσουν τα παιδιά τους από πιθανούς κινδύνους και απογοητεύσεις και υπάρχουν διάφοροι τρόποι να συμβεί αυτό με τον πλέον αποτελεσματικό εκείνον της επιλεκτικής προστασίας. Οι γονείς που αφήνουν περιθώρια αυτονόμησης των παιδιών παρεμβαίνουν μόνο σε περιπτώσεις που κρίνεται η ασφάλεια του παιδιού τους, βοηθούν στο ξεκίνημα προς την κατάκτηση μίας νέας δεξιότητας και επιτρέπουν στο παιδί να δοκιμάσει τρόπους να επιλύσει τα προβλήματα που συναντά παρέχοντας την υποστήριξη τους όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.
Μα αν ο τρόπος που επιλεχθεί είναι εκείνος της υπερπροστασίας, υποσκάπτεται η αυτονόμηση του παιδιού. Η υπερπροστασία είναι παρεμβατική, προτείνει έτοιμες λύσεις, ενεργεί αντ’ αυτών, δεν αφήνει περιθώριο για λανθασμένες επιλογές και ματαιώσεις. Στερεί την βιωματική μάθηση.
Η υπερπροστασία απαιτεί από το παιδί να συμμορφωθεί με τους φόβους και τις προσδοκίες των γονέων. Αν ο γονέας φοβάται μην χτυπήσει το παιδί αρχίζει σταδιακά να περιορίζει τις ευκαιρίες πειραματισμού, ακόμη και απλών δραστηριοτήτων. Παρεμβαίνει στις σχέσεις με συνομηλίκους για να προστατεύσει το παιδί. Αν και δεν αμφισβητείται σε καμία περίπτωση η πρόθεση, το να εμπλέκεται ένας γονιός σε παιδικούς καυγάδες, στερεί την δυνατότητα στα παιδιά να δοκιμάσουν δικούς τους τρόπους για να επιλύσουν τα προβλήματά τους.
Στην περίπτωση επιτυχίας του στόχου των υπερπροστατευτικών γονέων το παιδί μεγαλώνει σε ένα πλήρως ελεγχόμενο και προβλεπόμενο περιβάλλον διατηρώντας την πεποίθηση ότι τα περισσότερα εμπόδια είναι ανύπαρκτα ή διαχειρίσιμα μέσω εξωτερικής λήψης βοήθειας. Αυτό δεν σημαίνει ότι το να ζητά κανείς βοήθεια είναι κατακριτέο. Αν όμως η μόνη λύση σε όποιο πρόβλημα είναι η επίκληση ενός μηχανού θεού, που ως δια μαγείας θα διορθώσει την κατάσταση, τότε το παιδί δεν εξασκεί τις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων και ανθεκτικότητας. Παράλληλα είτε διστάζει να δοκιμάσει εμπειρίες που του είναι άγνωστες, εφόσον έχει μάθει ότι αυτό εμπεριέχει κινδύνους, είτε διατηρεί μία επίπλαστη σιγουριά ότι θα τα καταφέρει χωρίς να έχει μάθει να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις.
Μεγαλώνοντας έρχεται αντιμέτωπο με εμπόδια που δεν είναι εύκολο να διαχειριστεί, ενώ ο μόνος τρόπος που γνωρίζει είναι να στραφεί στους γονείς για υποστήριξη. Μα συνεχίζει να στρέφεται προς εκείνους με την απαίτηση ενός μωρού, που απαιτεί από τους γονείς του την τροφή με έντονο κλάμα, γιατί μόνο του δεν μπορεί να επιβιώσει. Η απαίτηση αυτή μετατρέπεται σε θυμό, αν η ανάγκη δεν καλυφθεί, όπως γινόταν ως τώρα.
Η ίδια απαίτηση μετακινείται και προς άλλες κατευθύνσεις λαμβάνοντας μεγαλύτερες διαστάσεις. Στρέφεται προς την κοινωνία, την εργασία και όλες τις διαστασεις ζωής ενός αιώνιου πλέον εφήβου, ο οποίος προσπαθεί να αυτονομηθεί μα δεν γνωρίζει τον τρόπο. Έτσι, οι ματαιώσεις διαδέχονται η μία την άλλη, εφόσον η ζωή δεν έχει εγχειρίδιο χρήσης ή λυσάρι.
Ας δώσουμε λοιπόν στα παιδιά την ευκαιρία να πειραματιστούν, να διαχειριστούν την αβεβαιότητα, να δοκιμάσουν και να σφάλουν ή να απογοητευτούν. Μόνο έτσι μπορούμε να τα προετοιμάσουμε για την ζωή παρέχοντας τους τα κατάλληλα εφόδια. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι γονείς είναι αμέτοχοι, απλά παραμένουν στην διάθεση του παιδιού μόνο για τις περιπτώσεις που θα ζητήσει υποστήριξη και βοήθεια.
Μυρτώ Φραγκάτου, Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια