Illustration

Selfies: μια γενιά που φωνάζει "δες με"

Να σου πει κάποιος ότι αξίζεις, αυτός αναζητάς από την πρώτη σου ανάσα, από το πρώτο σου κλάμα. Να σε καθρεφτίσει κάποιος στην ολότητά σου, να αποδεχτεί την δύναμη και την ευαλωτότητά σου. Μα αυτό συχνά έρχεται υπό προϋποθέσεις και όρους, μέσα από ρόλους και καλούπια. Παίρνεις αυτό τον ρόλο με την προσδοκία ότι θα σου φέρει την πολυπόθητη αποδοχή. Οι ρόλοι είναι αμέτρητοι: ο σωτήρας, ο επαναστάτης, το καλό παιδί, το μαύρο πρόβατο…
Η λίστα ατέρμονη μα ο παρονομαστής κοινός. Να καταφέρεις να στρέψεις το βλέμμα του σημαντικού άλλου πάνω σου. Με όποιο κόστος. Σε άλλες περιπτώσεις μάχεσαι να ξεφύγεις από το κριτικό βλέμμα. Και εξαφανίζεσαι. Μεγαλώνοντας πασχίζεις πια να ακουστείς, μα η φωνή βγαίνει στρεβλή, ή και καθόλου. Οι ανάγκες σου κρυμμένες βαθιά πασχίζουν να αναδυθούν μα καταπιέζονται από το φόβο της απόρριψης, που ηχεί σαν ανυπαρξία.
Κάπως έτσι μαθαίνεις ότι δεν θα είσαι ποτέ αρκετός. Ο εσωτερικός κριτής παίρνει πια τον έλεγχο του εαυτού και εντοπίζει μόνο αρνητικά σημεία που πρέπει να βελτιωθούν, μήπως και έτσι νιώσεις κάποτε αρκετός. Καταλήγεις να ζητάς διαρκώς συγνώμη, εφόσον έχεις διαρκώς την αίσθηση ότι φταις. Σε κάθε αναποδιά ψάχνεις τις ευθύνες σου. Τις βρίσκεις εύκολα και μπαίνεις στον κόσμο των ενοχών ή της ηττοπάθειας μη αντέχοντας την αποτυχία. Ανήμπορος συχνά να δεις την κακοποίηση που λαμβάνεις, κάτι βαθιά μέσα σου πιστεύει ότι “την αξίζεις”. Οι φίλοι απορούν μαζί σου που δεν εγκαταταλείπεις κακοποιητικές σχέσεις. Όσο απορούν, τόσο εγκαθιδρύεται σε εσένα η πεποίθηση ότι κάτι δεν πάει καλά με εσένα. Εύχεσαι να ήσουν “φυσιολογικός”. Σε κάθε τραύμα, η ενοχή καραδοκεί. Αντί να ανασυγκροτήσεις τις δυνάμεις σου για να φύγεις, συρρικνώνεσαι ακόμη περισσότερο. Με την σιγουριά ότι “είσαι λάθος” δίνεις ελαφρυντικά στον θύτη. Έτσι καταλήγεις να τον δικαιολογείς και να κατηγορείς τον εαυτό σου.
Μη αντέχοντας την πραγματική ζωή καταφεύγεις στην δημιουργία ενός ψηφιακού εαυτού, που θα καταφέρει να λάβει την πολυπόθητη αναγνώριση. Οι καθημερινές στιγμές χάνονται μέσα στον φακό. Αλλεπάλληλες selfies με το βλέμμα μετέωρο να μετρά τα likes. Η αίσθηση της μοναξιάς όμως δεν απαλύνεται.
Στο δωμάτιο της θεραπείας αρχίζεις να νιώθεις ξεχωριστός. Απενεχοποιείς τα θέλω σου, ξεθάβεις από τις σκιές τα απαγορευμένα κομμάτια σου. Σιγά σιγά σου επιτρέπεις να υπάρχεις.
ΝΙώθεις καποτε την ασφάλεια να κάνεις μία βουτιά στις αναμνήσεις σου. Να αντικρίσεις το τραύμα με μάτια ορθάνοιχτα σε ασφαλές πλέον πλαίσιο. Και όταν ακούσεις τον θεραπευτή σου να συγχαίρει για τον τρόπο που βρήκες, για να επιβιώσεις, το τραύμα αρχίζει να μεταμορφώνεται σε εφόδιο. Τον ακους να σου λέει ότι αξίζεις και δάκρυα κυλούν από τα μάτια σου. Δάκρυα που μαρτυρούν την απώλεια του τότε και την ανακούφιση του σήμερα. Χρειάζεται χρόνος για να καθαρίσει το βλέμμα και να αντικρίσεις την αξία σου. Να αναγνωρίσεις την προσπάθειά σου, την μάχη σου για ζωή, που την θεωρούσες αυτονόητη. Όσο αναγνωρίζεις την αξία σου, αρχίζεις να σε κατανοείς, να σε συμπονάς και να σε αποδέχεσαι.
Με τρόμο ψυχής μοιράζεσαι συχνά τα συναισθήματά σου για τους σημαντικούς άλλους της ζωής σου τρέμοντας στην ιδέα ότι τους προδίδεις, πονώντας στην αίσθηση ότι τους απομυθοποιείς.
Σε τρομάζει η όψη τους κάτω από το βάθρο, που ίσως τους είχες τόσα χρόνια. Τρέμεις μήπως και βιώσεις ξανά την αφόρητη μοναξιά του τότε. Μα δεν τους προδίδεις ,δικαιώνεις τα συναισθήματά σου, τα βιώματά σου. Γίνονται ξαφνικά έγκυρα σε μάτια και νου. Έπειτα μπορεί και να θυμώσεις, να νιώσεις θλίψη μέχρι να ακολουθήσει η ανακούφιση. Είναι όλα δυνατά στο δωμάτιο της θεραπείας όσο υπάρχει μία ανθρώπινη παρουσία που σε αποδέχεται στην ολότητά σου. Αρχίζεις πια να αντιλαμβάνεσαι ότι αξίζεις την αγάπη, ότι είσαι αρκετός χωρίς να χρειαστεί να προσπαθήσεις ολοένα και περισσότερο.
Όπως λέει η Brene Brown, η πιο βαθιά ανθρώπινη επιθυμία είναι να μας αναγνωρίσουν, να μας αναγνωρίσουν αληθινά και να μας αποδεχτούν για αυτό που πραγματικά είμαστε. Όταν φτάσουμε πια στο σημείο να κατακτήσουμε την άνευ όρων αποδοχή του εαυτού, οι ρόλοι που είχαμε υιοθετήσει προς αποφυγή της απόρριψης και ο ψηφιακός εαυτός ως υποκατάστατο της αποδοχής δεν έχουν πια λόγο ύπαρξης.